Επαναπατρισμός των νέων μας και στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας
Η επιστροφή από το εξωτερικό των
νέων επιστημόνων και όλων όσων
επιθυμούν να αναπτύξουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα αποτελεί κύριο μέλημα πολλών κρατών, που βλέπουν τα παιδιά
τους να μεταναστεύουν σε Ευρώπη, Ασία
και Αμερική. Διάφορες χώρες έχουν δημιουργήσει γραφεία και οργανισμούς, στοχεύοντας στον επαναπατρισμό τους. Έτσι,
σε πολλά κράτη έχει δημιουργηθεί μια
Υπηρεσία ή ένα Ταμείο, που διαχειρίζεται
κεφάλαια, με τα οποία χρηματοδοτεί τη συγκεκριμένη πολιτική. Στη χρηματοδότηση
του Ταμείου αυτού συμμετέχουν συχνά και
επιφανείς–πλούσιοι πολίτες της διασποράς.
Αναλυτικότερα, ως προς την προσέλκυση των νέων ανδρών και γυναικών που μετακόμισαν στο εξωτερικό ή γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί ως μετανάστες δεύτερης γενιάς, σημειώνονται τα εξής, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία: Μέσω του προαναφερθέντος Ταμείου προσελκύονται νέοι επιστήμονες, οι οποίοι τοποθετούνται σε Ινστιτούτα Ερευνών ή οπουδήποτε αλλού μπορούν να αξιοποιηθούν, όπως στη βιομηχανία της υψηλής τεχνολογίας ή σε άλλους χώρους όπου επιδιώκεται η άνθιση καινοτόμων προσπαθειών. Επίσης, τους παραχωρείται κατοικία ενώ παράλληλα προσφέρεται και ένα σύνολο πολυποίκιλων ενισχύσεων.
Ως προς την προσέλκυση των νέων ατόμων, εν δυνάμει επιχειρηματιών, που μετανάστευσαν, σε αυτά δίνονται χρηματικά κίνητρα από το Ταμείο για να επαναπατριστούν και να ανοίξουν ένα μαγαζί, ή να ασχοληθούν επιχειρηματικά με το χονδρεμπόριο, ή με την παραγωγή αγαθών ή με οτιδήποτε άλλο γνωρίζουν. Ιδιαίτερα πετυχημένα παραδείγματα τέτοιων υπηρεσιών είναι της Σιγκαπούρης, του Βιετνάμ, της Ιταλίας, του Ισραήλ. κ.ά.
Η στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας αποτελεί βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης. Η συγκράτηση των νέων επιστημόνων είναι όμως δύσκολη υπόθεση –όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλο τον νότο της Ευρωπαϊκής Ένωσης– έχοντας υπόψη τα δελεαστικά κίνητρα που προσφέρονται από την ανοιχτή αγορά και ιδιαίτερα από τα βιομηχανικά κράτη.
Σε διεθνές επίπεδο η έξοδος των νέων από τις φτωχές στις πλουσιότερες χώρες έχει ενισχυθεί με την παγκοσμιοποίηση, η οποία ενδυναμώθηκε μετά το 1962. Αρχικά, όλες οι πρωτοβουλίες με σκοπό το άνοιγμα των συνόρων αφορούσαν μόνοι τα αγαθά. Κατόπιν και ιδιαίτερα μετά το 1994, στο άνοιγμα αυτό συμπεριλήφθηκαν και οι υπηρεσίες όπως και διακίνηση των ανειδίκευτων εργαζομένων και των επιστημόνων. Η διεθνοποίηση λοιπόν της εργασίας ήρθε σαν μάστιγα που θέρισε ένα σύνολο κρατών, τα οποία αδυνατούν να προσφέρουν δελεαστικές ευκαιρίες απασχόλησης και αμοιβές στα δικά τους παιδιά.
Ένας πόλος έλξης των νέων επιστημόνων είναι η ενίσχυση της τεχνολογικής έρευνας. Στο στόχο αυτό με σταθερά βήματα και χωρίς τυμπανοκρουσίες, προσηλώθηκε η παρουσία κυβέρνηση, αυξάνοντας τις δαπάνες για έρευνα. Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας οι δαπάνες αυτές προσέγγισαν το 1,2% του ΑΕΠ της χώρας, όταν για δεκαετίες ήταν κάτω του 1%.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε εκτενέστατη μελέτη της στα μέσα της δεκαετίας του 2000, κατέγραψε σε έξι χιλιάδες περίπου σελίδες –στο πλαίσιο μελέτης για τις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις– και τις βέλτιστες πρακτικές που είναι σε ισχύ στα κράτη-μέλη της και έχουν επίκεντρο της νεανική επιχειρηματικότητα. Κάποια μέτρα από αυτά, που τα έχουν υιοθετήσει οι Ελληνικές κυβερνήσεις από τότε, γνώρισαν μια περαιτέρω διείσδυση στην αγορά μετά το 2015, εντασσόμενα κυρίως στο νέο ΕΣΠΑ.Το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της κυβέρνησης επιδιώκει την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, ενδυναμώνοντας παράλληλα την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων.
Η ενίσχυση των επιχειρήσεων με σκοπό την ανάπτυξη καινοτόμων και εξωστρεφών εμπορεύσιμων δραστηριοτήτων πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο διαχρονικά. Οι τελευταίες, με τη συνδρομή του τραπεζικού τομέα και των νέων χρηματοοικονομικών προϊόντων που δημιουργούνται, δίνουν εύλογα άλλη ώθηση στην νεανική επιχειρηματικότητα. Οι θεσμικές παρεμβάσεις κάθε μορφής προς την κατεύθυνση αυτή, οφείλουν να συμβαδίσουν με τις προσπάθειες για επιτάχυνση της απόδοσης της δικαιοσύνης και την ανάπτυξη μιας βιομηχανικής πολιτικής στους τομείς, όπου διαθέτει η χώρα συγκριτικά πλεονεκτήματα ή σε άλλους που επιδιώκεται η ανάπτυξη δυναμικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.
Η δημιουργία ενός «Ελληνικού Ταμείου ή μιας Υπηρεσίας» κατά τα πρότυπα άλλων χωρών, μπορεί να δώσει μεγάλη ώθηση σε κάθε νέο άτομο που επιθυμεί τον επαναπατρισμό του και θέλει να ασχοληθεί με τα όσα αναφέρθηκαν, ψάχνοντας να αδράξει ευκαιρίες με σκοπό την επιστροφή στο σπίτι του, στη γειτονιά του, στους φίλους και σε τελική ανάλυση, στην πατρίδα του.
Αυτό το Ταμείο μπορεί να αγοράζει επίσης γη, την οποία ακολούθως να διανέμει σε νέους που επιθυμούν να επαναπατριστούν και να ασχοληθούν με τις αγροτικές καλλιέργειες. Υπάρχει πλούσια διεθνής εμπειρία και στο εν λόγω ζήτημα.
Δημήτρης Μάρδας
Υποψήφιος Βουλευτής
Β’ Θεσσαλονίκης ΣΥΡΙΖΑ,
Αν. Υπουργός
Οικονομικών (2015)
και Υφ/γός Εξωτερικών (2016)
Αναλυτικότερα, ως προς την προσέλκυση των νέων ανδρών και γυναικών που μετακόμισαν στο εξωτερικό ή γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί ως μετανάστες δεύτερης γενιάς, σημειώνονται τα εξής, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία: Μέσω του προαναφερθέντος Ταμείου προσελκύονται νέοι επιστήμονες, οι οποίοι τοποθετούνται σε Ινστιτούτα Ερευνών ή οπουδήποτε αλλού μπορούν να αξιοποιηθούν, όπως στη βιομηχανία της υψηλής τεχνολογίας ή σε άλλους χώρους όπου επιδιώκεται η άνθιση καινοτόμων προσπαθειών. Επίσης, τους παραχωρείται κατοικία ενώ παράλληλα προσφέρεται και ένα σύνολο πολυποίκιλων ενισχύσεων.
Ως προς την προσέλκυση των νέων ατόμων, εν δυνάμει επιχειρηματιών, που μετανάστευσαν, σε αυτά δίνονται χρηματικά κίνητρα από το Ταμείο για να επαναπατριστούν και να ανοίξουν ένα μαγαζί, ή να ασχοληθούν επιχειρηματικά με το χονδρεμπόριο, ή με την παραγωγή αγαθών ή με οτιδήποτε άλλο γνωρίζουν. Ιδιαίτερα πετυχημένα παραδείγματα τέτοιων υπηρεσιών είναι της Σιγκαπούρης, του Βιετνάμ, της Ιταλίας, του Ισραήλ. κ.ά.
Η στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας αποτελεί βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης. Η συγκράτηση των νέων επιστημόνων είναι όμως δύσκολη υπόθεση –όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλο τον νότο της Ευρωπαϊκής Ένωσης– έχοντας υπόψη τα δελεαστικά κίνητρα που προσφέρονται από την ανοιχτή αγορά και ιδιαίτερα από τα βιομηχανικά κράτη.
Σε διεθνές επίπεδο η έξοδος των νέων από τις φτωχές στις πλουσιότερες χώρες έχει ενισχυθεί με την παγκοσμιοποίηση, η οποία ενδυναμώθηκε μετά το 1962. Αρχικά, όλες οι πρωτοβουλίες με σκοπό το άνοιγμα των συνόρων αφορούσαν μόνοι τα αγαθά. Κατόπιν και ιδιαίτερα μετά το 1994, στο άνοιγμα αυτό συμπεριλήφθηκαν και οι υπηρεσίες όπως και διακίνηση των ανειδίκευτων εργαζομένων και των επιστημόνων. Η διεθνοποίηση λοιπόν της εργασίας ήρθε σαν μάστιγα που θέρισε ένα σύνολο κρατών, τα οποία αδυνατούν να προσφέρουν δελεαστικές ευκαιρίες απασχόλησης και αμοιβές στα δικά τους παιδιά.
Ένας πόλος έλξης των νέων επιστημόνων είναι η ενίσχυση της τεχνολογικής έρευνας. Στο στόχο αυτό με σταθερά βήματα και χωρίς τυμπανοκρουσίες, προσηλώθηκε η παρουσία κυβέρνηση, αυξάνοντας τις δαπάνες για έρευνα. Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας οι δαπάνες αυτές προσέγγισαν το 1,2% του ΑΕΠ της χώρας, όταν για δεκαετίες ήταν κάτω του 1%.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε εκτενέστατη μελέτη της στα μέσα της δεκαετίας του 2000, κατέγραψε σε έξι χιλιάδες περίπου σελίδες –στο πλαίσιο μελέτης για τις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις– και τις βέλτιστες πρακτικές που είναι σε ισχύ στα κράτη-μέλη της και έχουν επίκεντρο της νεανική επιχειρηματικότητα. Κάποια μέτρα από αυτά, που τα έχουν υιοθετήσει οι Ελληνικές κυβερνήσεις από τότε, γνώρισαν μια περαιτέρω διείσδυση στην αγορά μετά το 2015, εντασσόμενα κυρίως στο νέο ΕΣΠΑ.Το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της κυβέρνησης επιδιώκει την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, ενδυναμώνοντας παράλληλα την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων.
Η ενίσχυση των επιχειρήσεων με σκοπό την ανάπτυξη καινοτόμων και εξωστρεφών εμπορεύσιμων δραστηριοτήτων πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο διαχρονικά. Οι τελευταίες, με τη συνδρομή του τραπεζικού τομέα και των νέων χρηματοοικονομικών προϊόντων που δημιουργούνται, δίνουν εύλογα άλλη ώθηση στην νεανική επιχειρηματικότητα. Οι θεσμικές παρεμβάσεις κάθε μορφής προς την κατεύθυνση αυτή, οφείλουν να συμβαδίσουν με τις προσπάθειες για επιτάχυνση της απόδοσης της δικαιοσύνης και την ανάπτυξη μιας βιομηχανικής πολιτικής στους τομείς, όπου διαθέτει η χώρα συγκριτικά πλεονεκτήματα ή σε άλλους που επιδιώκεται η ανάπτυξη δυναμικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.
Η δημιουργία ενός «Ελληνικού Ταμείου ή μιας Υπηρεσίας» κατά τα πρότυπα άλλων χωρών, μπορεί να δώσει μεγάλη ώθηση σε κάθε νέο άτομο που επιθυμεί τον επαναπατρισμό του και θέλει να ασχοληθεί με τα όσα αναφέρθηκαν, ψάχνοντας να αδράξει ευκαιρίες με σκοπό την επιστροφή στο σπίτι του, στη γειτονιά του, στους φίλους και σε τελική ανάλυση, στην πατρίδα του.
Αυτό το Ταμείο μπορεί να αγοράζει επίσης γη, την οποία ακολούθως να διανέμει σε νέους που επιθυμούν να επαναπατριστούν και να ασχοληθούν με τις αγροτικές καλλιέργειες. Υπάρχει πλούσια διεθνής εμπειρία και στο εν λόγω ζήτημα.
Δημήτρης Μάρδας
Υποψήφιος Βουλευτής
Β’ Θεσσαλονίκης ΣΥΡΙΖΑ,
Αν. Υπουργός
Οικονομικών (2015)
και Υφ/γός Εξωτερικών (2016)